Τετάρτη 30 Ιανουαρίου 2013

Για την απολογιστική συνέλευση του εκπροσώπου, 30/1/2013


t2v_300113.pdf Download this file


Από: Τάσο Αναστασιάδη, εκπρόσωπο του Βήματος στο Μεικτό της ΕΣΗΕΑ
Προς: Συναδέλφους μου
Κοιν/ση: ΕΣΗΕΑ, ΠΟΕΣΥ, Εργασιακή Επιτροπή ΔΟΛ
Θέμα: Για την απολογιστική συνέλευση του εκπροσώπου
Συνημμένο: Σχέδιο έκθεσης για το προϊόν και την διαδικασία της εργασίας
Ημ/νία: 30/1/2013
Συνάδελφοι,
Τα βασικά απολογιστικά στοιχεία της θητείας μου θα τα συζητήσουμε στη συνέλευσή μας.
Ωστόσο, θέλω επιπλέον να σας υποβάλω γραπτώς ένα υπόμνημα που ετοίμαζα εδώ και καιρό για τις εξελίξεις στην παραγωγική διαδικασία της ενημέρωσης έτσι όπως τις αποτύπωσα στο χώρο μας, μετά από διαφόρων επιπέδων και βαθμών συζητήσεις με τους συναδέλφους.
Το υπόμνημα δεν είναι ολοκληρωμένο, καθώς δεν έχω επεξεργαστεί επαρκώς ούτε το τμήμα για τη διαδικασία της εργασίας και τον αυξανόμενο δεσποτισμό του κεφαλαίου στο εσωτερικό της ούτε και το τμήμα για τη συμβολή του προϊόντος μας στη σύγχρονη απαλλοτρίωση της δημοκρατίας (με τη μετατροπή των πολιτικών επιλογών σε “τεχνική”, σε υποτιθέμενους “μονόδρομους”).
Ωστόσο, αποχωρώντας κάπως ξαφνικά από την εφημερίδα μας (και εν όψη της αντικατάστασής μου στη θέση του εκπροσώπου), θεωρώ καθήκον μου να το παραδώσω έστω και ελλιπές, κάπως ως βοηθητική παρακαταθήκη για τις συζητήσεις στη συνέχεια.
Συναδελφικά,
Τάσος Αναστασιάδης
Εκπρόσωπος εργαζομένων Βήματος στο Μεικτό της ΕΣΗΕΑ



ΣΧΕΔΙΟ

Από: Τάσο Αναστασιάδη, εκπρόσωπο του Βήματος στην ΕΣΗΕΑ
Προς: Συναδέλφους μου
Κοιν/ση: ΕΣΗΕΑ, ΠΟΕΣΥ, Εργασιακή Επιτροπή ΔΟΛ
Θέμα: Εισήγηση για το προϊόν μας και τη διαδικασία παραγωγής του
Ημ/νία: XX/XX/2012

Επιδείνωση δεν γνωρίζουμε μόνο στους όρους δουλειάς και ζωής μας. Γνωρίζουμε και στο επίπεδο του προϊόντος μας. Και μάλιστα τα δύο αυτά συνδέονται, έστω και αν η πίεση της επιβίωσης στους καιρούς των μνημονίων μας κάνουν να βλέπουμε (ή να παριστάνουμε ότι βλέπουμε) περισσότερο το πρώτο. Και όμως, η συνείδηση των συναδέλφων είναι απολύτως διαυγής: όλοι το ξέρουμε, έστω και απλώς ως μέλη της κοινωνίας (είμαστε και εμείς κοινό της ενημέρωσης που παράγουμε) και έχουμε τις ίδιες αντιδράσεις με αυτήν. Το μόνο ερώτημα είναι πώς γίνεται να το επιτρέπουμε (έστω στο βαθμό που εξαρτάται από εμάς). Και πάντως δεν μπορούμε να το αγνοήσουμε, γιατί κατά πολύ καθορίζει το μέλλον μας, ακόμα και το στενά δικό μας (όχι μόνο των παιδιών μας). Από αυτή την άποψη οφείλουμε να το θέσουμε, για να δούμε πώς το αντιμετωπίζουμε. Και αυτό ακριβώς θέλω να κάνω στο παρόν κείμενο, ξεκινώντας από τη δική μας εμπειρία, στη δική μας εφημερίδα -έστω και αν, προφανώς, οι εξελίξεις την ξεπερνούν1.
Ως εκπρόσωπός σας, άλλωστε, οφείλω να θέτω τα προβλήματα αυτά, ακόμα περισσότερο που η ίδια η κρίση -δημιουργώντας κατανοητές συνθήκες φόβου και ανελευθερίας μεταξύ μας- μου αναθέτει μεγαλύτερη ευθύνη δημόσιας διατύπωσης των προβληματισμών αυτών που όλοι μας, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο και βαθμό, συμμεριζόμαστε. Επειδή οι σχετικές συζητήσεις διεξάγονται στις συνθήκες αυτές, εννοείται ότι την ευθύνη για τη διατύπωση της συνισταμένης2 τους την έχω ακέραια εγώ.

I. Ποιό είναι το πρόβλημα (εισαγωγή)
Στην πραγματικότητα είναι ζητήματα που έχουμε κατά καιρούς θέσει προς την εργοδοσία. Θυμίζω ότι τα δύο προηγούμενα καλοκαίρια είχα θέσει, ως εκπρόσωπος, αντίστοιχα υπομνήματα προς την εταιρεία3, που μπορεί να επικεντρώνονταν στα “εργασιακά” μας θέματα, όμως αναγκαστικά έθεταν, ακόμα και διεκδικητικά, την ανάγκη διαβούλευσης για τα ζητήματα της ενημέρωσης και των αναδιαρθρώσεων από την κρίση, όχι μόνο την οικονομική, αλλά και των νέων πλαισίων ενημέρωσης που φέρνει το ιντερνέτ. Το ζήτημα είναι ότι ούτε η εταιρεία -αλλά ούτε και η διεύθυνση- θέλησαν να μπουν σε οποιαδήποτε συζήτηση μαζί μας για τα ζητήματα αυτά: από την πλευρά τους ίσως δικαίως, γιατί ακριβώς αποτελεί πτυχή του προβλήματος η άρνηση οποιασδήποτε τέτοιας διαβούλευσης4.
Η εμπειρία αυτή με κάνει να θεωρώ μάλλον άχρηστο πλέον, και ίσως μόνο θεατρικό, να προτείνω συντεταγμένες συζητήσεις με την εργοδοσία και, για αυτό, δεν φαίνεται να έχει και νόημα το να της υποβάλω οποιοδήποτε υπόμνημα με θέσεις, σκέψεις, διεκδικήσεις, κλπ. Και, πάντως, αν θέλουμε να έχει κάποιο αποτέλεσμα η δημοσιογραφική παρέμβαση στην εξέλιξη της δημοσιογραφίας, μόνο με συσχετισμό δύναμης που να το επιβάλει μπορούμε να λογαριάζουμε πλέον. Είναι άλλωστε χαρακτηριστικό ότι, ακόμα και στα εργασιακά, από τα μερικές δεκάδες ζητήματα που θέσαμε, ακόμα και γραπτά, κανένα δεν ικανοποιήθηκε (με μια σημαδιακή εξαίρεση5) -ούτε κάν συζητήθηκε-, χωρίς να προϋποθέτουν πολλά από αυτά κανένα “κόστος”. Το πλέον ενδιαφέρον είναι ένα από τα τελευταία αιτήματα που αναγκαστήκαμε να θέσουμε (ελευθερία πρόσβασης στις πηγές για όλους6), γιατί για πρώτη φορά εκφράστηκε έτσι ωμά, διεκδικήθηκε και επικυρώθηκε από την ιεραρχία το να μην είναι στη σφαίρα των συναδέλφων η κρίση για τις πηγές, αλλά αντίθετα να ανήκει στην εξουσία του κάθε ιεραρχικά ανθυπασπιστή έναντι των -έτσι- “υποτακτικών” του!
Τα παραδείγματα αυτά απεικονίζουν εύγλωττα τη μία ουσιαστική διάσταση των εξελίξεων στη διαδικασία της εργασίας: η άρνηση της οποιασδήποτε συζήτησης ή και η διατυπωνόμενη απορρόφηση της ευθύνης (για τις πηγές και όχι μόνο) από την ιεραρχία συμπυκνώνουν έναν δεσποτισμό στη διαδικασία της εργασίας που, μπορεί να προϋπήρχε, αλλά πλέον δεν ντρέπεται καν να διεκδικείται ως τέτοιος. Ο δεσποτισμός αυτός του κεφαλαίου είναι, στη διαδικασία της εργασίας, το αναγκαστικό συμπλήρωμα μιας διαδικασίας παραγωγής ειδήσεων, για την οποία το “κοινό” μας (αν όχι και εμείς οι ίδιοι!) όλο και χειρότερη γνώμη έχει (το οποίο άλλωστε δεν χρειάζεται ποιοτική ανάλυση, ακόμα και οι δείκτες αναγνωσιμότητας μπορούν να το υπονοήσουν...).
Ούτε το τελευταίο είναι, ασφαλώς, πρωτόγνωρο: πάνε δεκαετίες ίσως -κυρίως με την εμφάνιση της ιδιωτικής τηλεόρασης- που το συναίσθημα του κοινού ότι το εμπαίζουν, ότι περισσότερο από ενημέρωση έχουν μπροστά τους την αναπαραγωγή ενός ψεύτικου κόσμου ή την προπαγάνδα των ισχυρών και τα παπαγαλάκια της εξουσίας (πολιτικής και οικονομικής). Ωστόσο, και πέρα από το “συναίσθημα” -που μπορεί να είναι και λαθεμένο-, τουλάχιστον μορφές ενημέρωσης (κυρίως του έντυπου λόγου) φιλοδοξούσαν να κρατούν “ποιοτικά” χαρακτηριστικά. Η τελευταία περίοδος (της “κρίσης”) γενίκευσε τα χειρότερα χαρακτηριστικά αυτής της πραγματικότητας μέσων ενημέρωσης που λειτουργούν κυρίως ως “παπαγαλάκια” των ισχυρών. Είχαμε διαμαρτυρηθεί ήδη επανειλημμένως για ορισμένες από τις πλευρές που κατέστησαν αυτό επιτρεπτό στην εφημερίδα μας7. Αλλά φέτος η κατάσταση αυτή έφτασε σε απίθανα ύψη γελοιότητας, όπως προεκλογικά8 (όταν είχε καταντήσει περίπου αστείο να λέμε ότι “για όλα φταίει ο ΣΥΡΙΖΑ”), ακόμα και στη δική μας εφημερίδα (έστω και αν, κάθε τόσο, υπήρχε και κάποιο αρθράκι ως άλλοθι -συνήθως του εκδότη και μόνο για την ιστορία!- που κονιορτοποιούσε επί της ουσίας όλη αυτή την καμπάνια!).
Το ζήτημα είναι ότι και εμείς, ως “κοινό”, επίσης τις ίδιες αντιδράσεις έχουμε σε σχέση με το προϊόν μας και το απορρέον ερώτημα είναι πώς γίνεται να υλοποιούμε ένα προϊόν για το οποίο μπορεί σχεδόν όλοι μας να σαρκάζουμε (με διάφορους τρόπους). Η μετάθεση των ευθυνών στους άλλους κάθε φορά (οι εφημεριδάδες στους τηλεοπτικούς ή αντίστροφα, ο ένας στον άλλο συνάδελφο και στις “ικανότητές” του, κριτικές προς τη διεύθυνση, προς την ιεραρχία ή την ιδιοκτησία, ή στη “μοίρα” μας γενικώς, στην “κρίση”, κλπ., κλπ.) μπορεί να μην είναι πάντα τελείως λάθος, ιδιαίτερα σε ένα πλαίσιο όπου το προϊόν είναι αναγκαστικά συλλογικό και οι ατομικές ευθύνες μοιάζουν ελάχιστες -αν και ποτέ μηδενικές. Ωστόσο, ακριβώς για αυτό, πρέπει να επανιδιοποιηθούμε ως εργαζόμενοι την ευθύνη που έχουμε για την κατασκευή του κόσμου που παράγουμε, συλλογικά. Δηλαδή πρέπει να διεκδικήσουμε τις συντεταγμένες που ορίζουν τη διαδικασία παραγωγής μας και, για αυτό, πρέπει καταρχήν να εντοπίσουμε τις βασικές πτυχές της πραγματικότητας και της αναδιάρθρωσής της που έχουμε μπροστά μας.
Έτσι, οι προηγούμενες δύο -συνδεόμενες- διαστάσεις που περιγράφουν την πραγματικότητα που ζούμε, δηλαδή ο δεσποτισμός του κεφαλαίου και ο εκχυδαϊσμός της παραγωγής ενημέρωσης, είναι πτυχές που πρέπει να μας απασχολήσουν. Το δεύτερο είναι, άλλωστε, και το κύριο, γιατί από την αξία χρήσης της για τους ανθρώπους είναι που κρίνεται μια παραγωγή. Ωστόσο, πέρα από τις τεχνικίστικες φαντασιώσεις του κάθε τεϋλοριστή της ενημέρωσης, η αναγκαστική σύνδεση των δύο αυτών πλευρών περνάει από μια οργάνωση της εργασίας, γκροτέσκα στρατιωτική, της οποίας η κύρια πτυχή είναι μια υποτιθέμενη “εντατικοποίηση” που να αφαιρεί τις δυνατότητες κρίσης της χυδαιότητας του κόσμου μας.

II. Εκχυδαϊσμός της παραγωγής ενημέρωσης
Η λέξη πρέπει να παρθεί κυριολεκτικά, όχι ηθικά, με την έννοια της αναπαραγωγής της επιφάνειας του κόσμου μας, της “χυδαιότητάς” της, του φαινομενικού -όχι του πραγματικού-, δηλαδή των ιδεών που “επικρατούν”, που είναι “δεδομένα” και “άκριτα”, έστω και αν χρειάζεται και μια ολόκληρη νεογλωσσία9 (newspeak ή novlangue) για να επικυρωθούν.
Επαγγελματίες της ενημέρωσης, το δικό μας καθήκον ήταν από πάντα -υποτίθεται- να ελέγχουμε, να κρίνουμε, να ψάχνουμε την επιφάνεια, τη χυδαιότητα, το “δεδομένο”, να τα αμφισβητούμε ει δυνατόν, να τα αξιολογούμε, να τα φωτίζουμε και να τα εντάσσουμε στο πλαίσιό τους, δηλαδή εκεί όπου μπορούν να αποκτήσουν νόημα, την πραγματικότητά τους -πέρα και από τον εφήμερο εντυπωσιασμό10. Η δουλειά μας ήταν το αντίθετο του “θορύβου” του ιντερνέτ, του “ακατέργαστου” ήχου και απόηχου, ενός “επαγγελματοποιημένου twitter”. Από αυτό, άλλωστε, αντλεί -αν αντλεί- αξία χρήσης για τους ανθρώπους το προϊόν μας: η αναπαραγωγή του υποτιθέμενα ακατέργαστου (που είναι ούτως ή άλλως μια αντίφαση στους ίδιους τους όρους11) γεγονότος δεν αποτελεί είδηση. Μόνο η διευκρίνιση των όρων του μπορεί να την συγκροτήσει, μόνο αυτή έχει “νόημα” για τους ανθρώπους -αλλιώς αποτελεί απλώς συσκότιση, ή τύφλωση διά της χυδαιότητας, κάπως όπως γίνεται με το φως του ανακριτή.
Προφανώς, δεν υπάρχει εγγύηση για τη διαμόρφωση μιας είδησης που αξίζει. Δεν υπάρχει μια μηχανική, μια μέθοδος, ένας αλγόριθμος που θα μπορούσε να εξασφαλίσει την “ποιότητα” του προϊόντος. Και δεν υπάρχει καν ένα απλό κριτήριο για να διαχωριστεί η είδηση από τη χυδαιότητα (τουλάχιστον συνήθως -γιατί έχουμε φτάσει σε σημεία όπου η χυδαιότητα δεν ντρέπεται καν να εμφανιστεί ως τέτοια12!). Ιστορικά, άλλωστε, αυτό που θα επέτρεπε τουλάχιστον τη δυνατότητά της ήταν, αφενός, πλαίσια οργάνωσης της εργασίας που να επιτρέπουν, και συλλογικά και ατομικά, την απόσταση και την απεξάρτηση από την εξουσία, την ισχύ (οικονομική, πολιτική, κλπ.) και, αφετέρου, ορισμένοι γενικοί κανόνες (συχνά “δεοντολογίας”13), όπως η ανάγκη διασταύρωσης και ελέγχου, η αξιολόγηση, επιλογή και η έρευνα, η διάκριση από το σχόλιο (αλλά και από τη χρηστικότητα και την ψυχαγωγία14), ο φωτισμός και η οργάνωση της είδησης, κλπ. Δεν είναι αρκετά, είναι απλώς ορισμένα από τα μίνιμουμ.
Επιπλέον, η δεύτερη γκάμα όρων, ιδιαίτερα σε χώρες όπως η Ελλάδα -όπου ποτέ δεν υπήρξε θεσμικά “εκδοτική ανεξαρτησία” ή “χάρτα δεοντολογίας” για την εργοδοσία (ιδιωτική ή δημόσια)- μεταθέτει το ζήτημα από το επίπεδο της ποιότητας της συλλογικής παραγωγής στο ατομικό επίπεδο, και δη απλώς ως οπλοστάσιο αντίστασης των εργαζομένων στις πιέσεις της εργοδοσίας (και, μέσω αυτής, γενικότερα της εξουσίας). Όμως, σε συνθήκες “κρίσης”, εκ της εμπειρίας είδαμε ούτε ως τέτοιο είναι ιδιαίτερα αποτελεσματικό -κυρίως εξαιτίας της ίδιας της ατομικοποίησης που επιβάλλει η διαδικασία της κρίσης και οργανώνει ο δεσποτισμός του κεφαλαίου! Και μάλιστα είδαμε να λειτουργεί και ακριβώς αντίστροφα, με την έννοια ότι αυτό που παράγεται συστημικά χρεώνεται ωστόσο ατομικά και μάλιστα αυτό δεν γίνεται μόνο από την εργοδοσία, αλλά φτάνει συχνά να εσωτερικεύεται και να εκφράζεται και μεταξύ εργαζομένων σε μια διαδικασία ξεφορτώματος ευθυνών15!
Η επιδείνωση, ωστόσο, μόνο κατά ένα βαθμό, και μάλλον μικρό, μπορεί να αποδοθεί στις συνθήκες της κρίσης και, κυρίως, ως επιτρέπουσας ευκαιριών για τις επιχειρήσεις -όπως το είδαμε σε εμάς, από την περιφρόνηση με την οποία η διοίκηση αντιμετώπισε όλες τις ιδέες των εργαζομένων σε σχέση με το προϊόν. Στην πραγματικότητα, η επιδείνωση έχει βαθύτερες ρίζες, χρονικά κυρίως από την “απελευθέρωση” (δηλαδή την ιδιωτικοποίηση) της ενημέρωσης, μέσω των τηλεοπτικών σταθμών, στην οποία απλώς τώρα ήρθε να προστεθεί μια νέα και ριζικότερη αναδιάρθρωση, η αναδιάρθρωση λόγω ιντερνέτ. Αυτή είναι που λειτουργεί, ιδιαίτερα εν μέσω “κρίσης”, ως “ευκαιρία” περαιτέρω εκχυδαϊσμού.
Δεν είναι ο στόχος μου εδώ να κάνω μια θεωρία για τον εκφυλισμό αυτό, αλλά να εντοπίσω τις διαστάσεις που επαγγελματικά και εργασιακά μου φαίνονται σημαντικές, ιδιαίτερα από μια ενδεχομένως διεκδικητική ή προγραμματική σκοπιά για τους εργαζόμενους στην ενημέρωση. Η εμπειρία μας στο ιντερνέτ του Βήματος16 μας έχει ήδη μάθει πολλά, έστω και αν η ίδια η διαδικασία βίαιης αναδιάρθρωσης και ανελευθερίας δεν διευκολύνει μια συλλογική μας επεξεργασία.

1) Μια διαδικασία παραγωγής χυδαιότητας, πρωτοποριακά από το ιντερνέτ
Στο ιντερνέτ μοιάζει η διαδικασία εκχυδαϊσμού του προϊόντος να παίρνει την πιο προχωρημένη του μορφή -και η διαδικασία της εργασίας την πλέον χοντροκομμένα ψευτο-φορντιστική της ένδυση. Και οι τέσσερις διαστάσεις της είδησης πλήττονται: επιλογή, διασταύρωση, πλαισίωση, οργάνωση.

α) “Επιλογή”
Η φαντασίωση ότι ο κόσμος που κατασκευάζουμε είναι απλό αντικαθρέπτισμα του “κόσμου εκεί έξω” απλώς αναπαράγει -στην καλύτερη περίπτωση- τη χυδαιότητα του δεύτερου. Στην κλασική παλαιότερη επαγγελματική οργάνωση, οι ρυθμοί -π.χ. ημερήσια ή εβδομαδιαία εφημερίδα, κλπ.- και τα υλικά τους πλαίσια -π.χ. τόσες σελίδες- μεταφράζονται σε αναγκαστικές επιλογές που έπρεπε να γίνουν με κάποιους τρόπους (με συσκέψεις, από την ιεραρχία, από τους συντάκτες, κλπ.), που -άσχετα αν λειτουργούσαν καλά- αναγκαστικά έθεταν κάποια στιγμή τη συνείδηση μιας κατασκευής, έστω και ως απλή “επιλογή” από μια “ροή που θα υπήρχε αντικειμενικά εκεί έξω”. Ιντερνετικά, η δυνατότητα μοιάζει απεριόριστη και αφήνει τη δυνατότητα στον κάθε επιστάτη να ξεπερνάει τη διαδικασία επιλογής ως κρίσιμη στιγμή και να εφαρμόζει ψευτο-φορντιστικούς κανόνες17, διαλύοντας ακριβώς την ουσία της διαδικασίας που είναι ο προβληματισμός στο τί αποτελεί “είδηση”, τί είναι αυτό που “αξίζει” ή “πρέπει” να “μεταδοθεί” (και ασφαλώς “πώς” -αλλά αυτό ίσως είναι το επόμενο στάδιο).
Ακόμα και αν υποθέταμε, έτσι, για ένα δευτερόλεπτο ότι η “είδηση” δεν κατασκευάζεται, αλλά απλώς “μεταδίδεται”, θα έπρεπε να ξέρουμε ότι τα εκατομμύρια (και βάλε) συμβάντα στον πλανήτη (ή και πέρα -μια και υπάρχει και επιστημονικό ρεπορτάζ) σε κάθε λεπτό δεν αποτελούν “ειδήσεις”, είτε γιατί δεν “αξίζουν”, είτε γιατί δεν θα γίνουν ποτέ “γνωστά”, είτε γιατί αποτελούν “ρουτίνα”, είτε για μια σειρά λόγους που είναι για διευκρίνιση. Η επαγγελματική μηχανή (που ασφαλώς είναι προβληματική -γιατί αποτελεί ήδη προϊόν επιλογών, όχι μόνο δικών μας18) μειώνει τον αριθμό των συμβάντων που φιλοδοξούν να φτάσουν να γίνουν “είδηση” σε εξαιρετικά “μικρό” αριθμό: είναι π.χ. ούτε 2.000 τα “τηλεγραφήματα” που εισέρχονται ημερησίως στη database του ΔΟΛ από τα πρακτορεία (μερικές εκατοντάδες -ας πούμε 300- είναι από το ΑΠΕ). Σε αυτά θα μπορούσαν να προστεθούν οι ειδικές παραγωγές από οργανισμούς, υπουργεία, οργανώσεις, εταιρείες, κλπ., με ανακοινώσεις τύπου, emails, διασπορά στο ίντερνετ, κλπ., που συνήθως συλλαμβάνονται από αντίστοιχα ειδικευμένα ρεπορτάζ19. Χωρίς να τα προσθέσουμε αυτά, ούτε και τα δεκάδες χιλιάδες που θα μπορούσαν να “αλιευτούν” στο ίντερνετ, η συνήθης παραγωγής ενός “οργανισμού ενημέρωσης” δεν μπορεί20 να ξεπερνάει μερικές εκατοντάδες ημερησίως -ας πούμε πως στο ιντερνετικό Βήμα παράγονται 150 “ειδήσεις” (στο in.gr κάπου οι διπλές), αν και θα μπορούσε να πολλαπλασιαστεί ο αριθμός τους αν συμπεριληφθεί το “μαστόρεμα” των ήδη δημοσιευμένων “ειδήσεων”.
Το ουσιαστικό ερώτημα για εμάς είναι πώς γίνεται αυτή η μείωση της πληροφορίας, πού τελειώνει (ή πού πρέπει να τελειώνει) και πώς εξασφαλίζεται ότι η κατασκευή του κόσμου που επιλέγεται είναι αυτή που “αξίζει” ή που “πρέπει”; Υποτίθεται ότι, πίσω από την επιλογή, υπάρχουν “κριτήρια” (έστω και ανασφαλή) που ιεραρχούν τη “σημασία”, την “εγκυρότητα”, τη “σταθερότητα”, την “εμβέλεια” της “είδησης”. Αυτά τα κριτήρια, που δεν είναι “προφανή” (έστω και αν παρουσιάζονται έτσι), μπορούν να συμπυκνωθούν σε αυτό που μπορεί να περιγραφεί ως ένας “ορισμός της κατάστασης”21, δηλαδή μια απάντηση στο ερώτημα “τί είναι αυτό που συμβαίνει;” και μάλιστα “αν συμβαίνει πράγματι κάτι;”. Από επαγγελματική άποψη22, αυτό σημαίνει ότι η στιγμή της “επιλογής” προϋποθέτει ήδη23 όλους τους επόμενους κρίκους της διαδικασίας της κατασκευής μιας είδησης (επιβεβαίωση, διασταύρωση, πλαισίωση, οργάνωση). Και μια διαδικασία της εργασίας που αφαιρεί τη δυνατότητα να τεθεί ο ορισμός της κατάστασης ως πρόβλημα ή που, ακόμα χειρότερα, οργανώνεται ως απλή αναμετάδοση “πληροφοριών”24 δεν ξεπερνάει τους υπόλοιπους κρίκους της αλυσίδας. Απλώς αναπαράγει τη χυδαιότητα, μέσω αυτοαναφορικότητας και εντυπωσιασμού25.

β) Διασταύρωση
Υποτίθεται ότι είναι το forte του δημοσιογράφου -και τυπικά τουλάχιστον κανείς δεν θα επιχειρηματολογούσε αντίστροφα. Και όμως, ακόμα και στην απλή μορφή του ελέγχου της πληροφορίας, έχουμε φτάσει (ή τείνουμε να φτάνουμε) σε μια κατάσταση όπου, όχι μόνο κανένας έλεγχος δεν ασκείται, αλλά και επί της ουσίας απαγορεύεται -ήδη από την οργάνωση της εργασίας. Στο ιντερνέτ, μάλιστα, θεωρητικοποιείται με τη μορφή του “να μη χάσουμε την είδηση” και με τη δικαιολογία ότι πάντα “μπορούμε να τη διορθώσουμε” εκ των υστέρων (χωρίς όμως να υπάρχει διαδικασία τέτοιας διόρθωσης!) -ως να μην είχε καμία σημασία στην πρώτη της έκδοση26.
Ωστόσο, το πρόβλημα δεν είναι καθόλου τα λάθη -για το οποίο πάντα “άνθρωποι είμαστε και λάθη κάνουμε”, ιδιαίτερα σε ένα επάγγελμα με τα γνωστά χαρακτηριστικά της πίεσης, της σφαιρικότητας, κλπ. Το πρόβλημα είναι το αντίστροφο: ότι η οργάνωση μιας διαδικασίας της εργασίας που απαγορεύει, ή έστω εμποδίζει, τη διασταύρωση στην πραγματικότητα οργανώνει την παραπληροφόρηση ως σύστημα (ακόμα και αν η “πληροφορία” δεν είναι “λαθεμένη”). Και δεν είναι τόσο το copy & paste στο οποίο αναφερόμαστε εδώ (που είναι απλώς μια ακραία τελειότητα). Είναι κυρίως η αναπαραγωγή πληροφορίας χωρίς έλεγχο, χωρίς κρίση, χωρίς έρευνα. Το πρότυπο εδώ είναι η αναπαραγωγή των ανακοινώσεων της εξουσίας, της όποιας εξουσίας -του κράτους, ενός υπουργείου, μιας επιχείρησης, ενός οργανισμού, κλπ. Από μόνη της, ή και από το περιεχόμενό της, μια τέτοια ανακοίνωση μπορεί πράγματι να θεωρηθεί “σημαντική” -παρόλο που εκ των προτέρων ξέρουμε (ή οφείλουμε να υποψιαστούμε) ότι “μπορεί” να εμπεριέχει παγίδες.
Παραδοσιακά, οι τρόποι με τους οποίους το επάγγελμα προσπαθούσε να λύσει το, πράγματι περίπλοκο, ζήτημα της ουσιαστικής διασταύρωσης (πέραν ενός απλού ελέγχου) είναι επίσης πολλοί και δεν παρέχουν ασφάλεια: να ζητηθεί η γνώμη ενός αντιπάλου ή ενός ειδικού, να συζητηθεί ή να εκτιμηθεί σε μια ομάδα ή σύσκεψη η πληροφορία, να κριθεί από κάποιον συνάδελφο που “παρακολουθεί” στενά και από καιρό το ζήτημα, κλπ., κλπ. Και, σε κάθε περίπτωση, αν η διασταύρωση δεν αποδώσει ερευνητικά ή κριτικά27, να χρεωθεί η πληροφορία ως έχει (και αν “αξίζει”) στον δημιουργό της και να διατυπωθούν, ει δυνατόν, τα περιθώρια εξαπάτησης.
Όλες αυτές οι διαστάσεις της “διασταύρωσης” τείνουν να καταργηθούν στα webdesk, ως “δευτερεύουσες” διαστάσεις, υψώνοντας τη χυδαιότητα των “πληροφοριών” σε εκ των προτέρων “είδησεις”28.
[...]

γ) Πλαισίωση
Επιπλέον (και πέραν της “διασταύρωσης), καμία πληροφορία δεν αποτελεί είδηση αν δεν ενταχθεί σε κάποιο πλαίσιο που θα της αποδώσει νόημα. Στην “απλή” περίπτωση που το πλαίσιο δεν διευκρινίζεται από τον παραγωγό της “είδησης”, το πλαίσιο που εφαρμόζει αναγκαστικά ο ακροατής/αναγνώστης είναι το πλαίσιο της περιρρέουσας ατμόσφαιρας ή της επικρατούσας χυδαιότητας -και αυτό είναι ίσως που περιγράφει καλύτερα τη σημερινή δυναμική.
Η δική μας δουλειά είναι κυρίως να διευκρινίζουμε το πλαίσιο στο οποίο μια οποιαδήποτε πληροφορία αποκτάει νόημα. Οι νέες διαδικασίες της εργασίας, ιδιαίτερα στο ιντερνέτ, όπως μάλιστα εισάγονται με την “ευκαιρία” της κρίσης, είναι οργανικά που τείνουν να πνίξουν αυτήν ακριβώς τη διάσταση.
Για παράδειγμα, στην ακραία περίπτωση, η ανακοίνωση τύπου μιας μεγάλης εταιρείας ή ενός οργανισμού, η ανακοίνωση ενός υπουργού ή μιας υπηρεσίας ή και η δήλωση κάποιου μεγαλόσχημου αναμεταδίδεται -ακόμα και σε πρώτο βαθμό “διασταυρωμένη”, δηλαδή χωρίς αλλοιώσεις, και ακόμα και αν υποθέσουμε λυμένα τα προβλήματα “επιλογής”, δηλαδή προϋποθέτοντας ότι “αξίζει” να “μεταδοθεί”- ως να μην ήταν “πρόβλημα”. Όμως, ακριβώς, χωρίς “πλαισίωση” (φωτισμό, κρίση), αποτελεί εξορισμού παραπλάνηση και χυδαιότητα, ακόμα και αν πιστοποιείται η πηγή και δεν αλλοιώνονται τα λόγια της. Μπορεί άλλωστε το πραγματικό της νόημα (που έτσι θα αναπαρήγαμε ως “είδηση”) να βρίσκεται στην ίδια την αναπαραγωγή της29, ακόμα και γραμματικά ή συντακτικά30: η δική μας δουλειά της πλαισίωσης, εξαφανίζεται για να εφαρμοστεί το αναγκαστικό πλαίσιο της χυδαιότητας.
Δεν χρειάζεται να αναφερθούμε σε παραδείγματα που εμπλέκουν πολιτικά ή επιχειρηματικά επίδικα. Η ανακοίνωση των αποτελεσμάτων χρήσης μιας εταιρείας ή η ανακοίνωση ενός στοιχείου όπως π.χ. η ανεργία δεν είναι καθόλου προφανή ζητήματα (ακόμα και αν πάρουμε ως λυμένα τα ζητήματα επιλογής ή και ελέγχου και διασταύρωσης): Άραγε η κερδοφορία της εταιρείας (με βάση τις ανακοινώσεις της ή κάποια άλλη πηγή) εκτινάχθηκε (σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο) ή κατέρρευσε (σε σχέση με πέρυσι) και η ανεργία αυξήθηκε άραγε (εποχικά διορθωμένη) ή μειώθηκε (χωρίς εποχιακή διόρθωση)31.
Η δική μας δουλειά, ωστόσο, που είναι να εντάξουμε στο πλαίσιό τους αυτές τις πληροφορίες, τείνει οργανωμένα να εξαφανιστεί από μια “τεχνική” διαδικασία μεταφοράς ή αναμετάδοσης (με προφάσεις όπως η ταχύτητα, η πρωτιά, η έλλειψη προσωπικού, κλπ.).

δ) Οργάνωση
Οι ειδήσεις δεν είναι άτομα που κυκλοφορούν αυθύπαρκτα, γιατί μόνο στη σύνδεσή τους αποκτούν νόημα -έστω και αν δεν είναι ένας μόνο ο κόσμος που κατασκευάζουμε, αλλά περισσότεροι -που μπορεί και να επικοινωνούν. Παραδοσιακά, η διάσταση αυτή εισερχόταν στην οργάνωση των ειδήσεων μέσα από την περιοδικότητα, το συγκεκριμένο όγκο σελίδων και την ιεράρχησή τους (ένα είναι το πρωτοσέλιδο, τόσα είναι τα λεπτά για το ραδιοφωνικό δελτίο), κλπ., όλα αυτά τα στοιχεία που επέβαλαν επιλογή -άρα οργάνωση.
Καθώς στο ιντερνέτ οι δυνατότητες μοιάζουν “απεριόριστες”, η γαργαντούικη έκδοση της οργάνωσής τους ταιριάζει ιδιαίτερα τόσο με τις αναδιαρθρώσεις της εργασίας στα περίφημα newsrooms32 όσο και με τον κόσμο που κατασκευάζει η μνημονιακή διαχείριση της κρίσης, δηλαδή έναν βομβαρδισμό μεταβαλλόμενων “πληροφοριών” χωρίς συνοχή και χωρίς άλλο νόημα από ένα αποκλειστικό μήνυμα: “φταίτε” και “σκύψτε το κεφάλι”.
Είναι εντυπωσιακό πως το ίδιο το site του Βήματος υπέκυψε με την πρώτη σε αυτή την γαργαντούικη έκδοση της οργάνωσης των ειδήσεων, με ατελείωτες διαρκώς μεταβαλλόμενες33 σελίδες χωρίς καμία ιεραρχία μέσα σε έναν αχταρμά από φωτογραφιούλες για να τραβήξουν “κλικ”. Η έλλειψη οργάνωσης34 της ειδησιογραφίας ήταν μάλιστα τόσο κραυγαλέα που, μετά από κάποιο διάστημα, εισήχθη και μια (υποτιθέμενα διορθωτική) εγγραφή του στυλ “διαβάστε επίσης” -η οποία βέβαια δεν σώζει την κατάσταση και ίσως και να την περιπλέκει.
[...]

III. Ο δεσποτισμός του κεφαλαίου (και διάχυσή του)
Με τη διαδικασία της εργασίας και τα προβλήματά της αναγκαστικά έχουμε ασχοληθεί επανειλημμένως -καθώς ζούμε σε κατάσταση “κρίσης”. Ωστόσο, εδώ θέλω απλώς να επισημάνω τα βασικά στοιχεία μιας νέας διαδικασίας της εργασίας που επιβάλλεται σιγά-σιγά (ή και βίαια) σε συνδυασμό με το σύγχρονο εκχυδαϊσμό της ενημέρωσης. Και αυτά έχουν ήδη θιχτεί από την προηγούμενη καταγραφή -κατά το ιντερνετικό πρότυπο- (τα έχω συμπυκνώσει ως αυξανόμενο “δεσποτισμό του κεφαλαίου”).
Το πρώτο στοιχείο είναι η λειτουργική (δηλαδή φαινομενική και ψεύτικη, αλλά οργανωτικά αποτελεσματική) απαλλοτρίωση της γνώσης από τον εργαζόμενο και η προβολή της στην ιεραρχία. Αυτό είναι που επιτρέπει, καταρχάς, το γενικευμένο copy - paste που ισχύει στο ιντερνετικό Βήμα -έως γελοιογραφίας35. Για να γίνει copy - paste, προφανώς αναγνωρίζεται ότι δεν χρειάζεται ειδικευμένη έρευνα ή γνώση -αυτή ανήκει σε αυτόν που το αποφασίζει, δηλαδή στον ιδιοκτήτη (και στον εκπρόσωπό του, που είναι κάθε φορά ο ιεραρχικά ανώτερος36).
Η ίδια αυτή λειτουργική απαλλοτρίωση του εργαζόμενου από τη γνώση οργανώνεται κατά κανόνα και από ένα άλλο κανάλι, δηλαδή την οργάνωση της ανευθυνότητας: όχι μόνο δεν χρειάζεται υπογραφή (ή ευθύνη), αλλά και όταν τέτοια υπογραφή υπεισέρχεται (κυρίως από την έντυπη έκδοση), αυτή θεωρείται άνευ σημασίας και δεν εμφανίζεται (τουλάχιστον στις γενικές ιστοσελίδες). Ακόμα χειρότερα, το κείμενο της “είδησης”, ακόμα και με υπογραφή, θεωρείται από την ιεραρχία ως ιδιοκτησία της και, για αυτό, με μεγάλη ευκολία παρεμβαίνει, υποτιθέμενα “διορθωτικά”, ιδιαίτερα αν πρόκειται για ζωντανές ειδήσεις υπό εξέλιξη -προσφέροντας άλλο ένα στοιχείο για τυπική απαλλοτρίωση της γνώσης37 από τον εργαζόμενο.
Βέβαια, και σε αυτό τον κόσμο της οργανωμένης ανευθυνότητας, η πραγματική δουλειά γίνεται από τον εργαζόμενο (που κινητοποιεί τη γνώση του -σε κρίση, διασταύρωση, ακόμα και πλαισίωση, αν χρειαστεί -και αν του επιτραπεί!38- καθώς οι ειδήσεις και τα κείμενα γράφονται πάντα από εργαζόμενους...). Η τυπική ιδιοποίηση από μια ακαθόριστη ιεραρχία (εν ονόματι της εταιρείας ή του τίτλου) αφήνει μόνο την ευθύνη για τις κακοτοπιές (π.χ. “λάθη”) να χρεώνεται στους εργαζόμενους! Καθώς δεν υπάρχει κανονικό δημοσιογραφικό στάδιο, ούτε ελέγχου, ούτε διόρθωσης, ούτε πλαισίωσης, οι ανοησίες που φτάνουν να εντοπιστούν ως “λάθη”39 χρεώνονται σε κάποιον από τους εργαζόμενους -όχι στην ίδια τη διαδικασία της εργασίας. Και αυτή η οργάνωση είναι που παράγει, εξάλλου, έναν έρποντα (και όχι μόνο) κανιβαλισμό, με την έννοια ότι, με αποδεκτό αυτό το πλαίσιο εργασίας, ο διπλανός μπορεί πάντα να ευθύνεται ανταγωνιστικά αυτός (γιατί δεν πρότεινε το ένα, γιατί καθυστέρησε το άλλο, ή γιατί έκανε ένα λάθος ή μια διαφορετική ερμηνεία, κλπ.), χωρίς να χρεώνεται (ή μη μόνο εξαιρετικά) η ίδια η ιεραρχία.
Η ψευτο-τεϊλορική μετατροπή της δημοσιογραφικής δουλειάς σε “τεχνικό” ζήτημα (άλλωστε για να κάνει κανείς copy - paste ένα κείμενο δεν χρειάζεται να το καταλαβαίνει κιόλας!) επεκτείνεται σε όλη τη ροή της εργασίας και ενισχύεται με διάφορα συνοδευτικά που, μπορεί να σκοτώνουν την ουσία της δημοσιογραφικής αποτελεσματικότητας, συντείνουν όμως στο δεσποτισμό του κεφαλαίου. Χωρίς να αναφερθώ στα γνωστά μας “εργασιακά”, (ωράρια, ρυθμούς, αμοιβές, κλπ.), ας αναφέρω μόνο ένα φαινομενικά δευτερεύον, το πόσο “άχρηστα”(?) “βαρύ” είναι το υπολογιστικό σύστημα: για να “ανεβάσει” κανείς ένα έτοιμο κείμενο στο site, πρέπει να κάνει 34 κλικ τουλάχιστον (συν ό,τι άλλο χρειαστεί για τίτλους, διορθώσεις, λεζάντες, κλπ.). “Δευτερεύον” ίσως, όχι όμως κατά λάθος, ακόμα περισσότερο που σε καιρούς “κρίσης” και “εξοικονομήσεων” η εταιρεία προτιμάει να πληρώνει για αυτό! Γιατί αποτελεί τμήμα άλλης μιας ουσιαστικής πλευράς της εισαγόμενης διαδικασίας της εργασίας, τη διάσπαση του συλλογικού εργαζόμενου, καθώς εδώ είναι οι κομπιουτεράδες που αποκόβονται από τους χειριστές των μηχανημάτων και αναφέρονται μόνο στην ιεραρχία (κλασική τεϊλορική αυταπάτη).
Στην πραγματικότητα, ο δεσποτισμός του κεφαλαίου σε αυτή την κατάργηση κάθε διαλόγου για το προϊόν και τη διαδικασία παραγωγής του έχει πάρει την πιο εκφραστική του διάσταση. Η άρνηση συζήτησης με τον εκπρόσωπο και η άρνηση πολλές φορές έως και φαινομενικά ανόητη να αντιμετωπιστούν απλά ζητήματα, χωρίς “κόστος”, μπορεί να θεωρηθεί απλώς πολεμική ενέργεια σε καιρούς κρίσης και συγκρούσεων (είτε για το άτομο του εκπροσώπου είτε για τη λειτουργία του). Όμως, το ίδιο συμβαίνει με όλους τους εργαζόμενους (εκτός ίσως των κύκλων των αρχισυντακτικών “συσκέψεων”): καμία συζήτηση δεν γίνεται σε κανένα επίπεδο ούτε καν για την εισαγωγή του ιντερνέτ στη δημοσιογραφική δουλειά -που υποτίθεται ότι είναι το “μέλλον μας”- αλλά ούτε και για τη συγκεκριμένη δουλειά κάθε φορά. Όλες οι αποφάσεις ανακοινώνονται (αφού κυκλοφορήσουν ως “φήμες” προηγουμένως). Σε συνθήκες “κρίσης”, όπου εξαρτάται ακόμα και η επιβίωση από τον εργοδότη, μια ορθολογική συζήτηση θα ήταν ούτως ή άλλως εξαιρετικά “δύσκολη”, αν όχι εκ των προτέρων χαλκευμένη, και, για αυτό, θα απαιτούσε ενισχυμένες διαδικασίες διαλόγων και ικανότητας “ακρόασης” των εργαζομένων. Και όμως γίνεται ακριβώς το αντίστροφο: η ταξική αδυναμία χρησιμοποιείται ως ευκαιρία για την εισαγωγή των πλέον ακραίων τύπων διαχείρισης της εργασιακής διαδικασίας.
Είναι αλήθεια ότι δεν έχει γενικευτεί (ακόμα?) μια στρατιωτικού τύπου πειθαρχία. Όμως, μια επιστατική λογική έχει εγκατασταθεί και χρησιμοποιείται ένας συνδυασμός καρότου και βούρδουλα, με το δεύτερο να είναι πολύ πραγματικό και το πρώτο (από τον ανώτερο, συνήθως, στην ιεραρχία) να είναι απλό συμβολικό αναλγητικό. Η “ωχαδελφική” λογική της εκτόνωσης των εκρηκτικών αντιφάσεων από μόνη της αποτελεί πολιτιστικό (και όχι μόνο εργασιακό) πρότυπο, αλλά στην περίοδο απλώς επικυρώνει τον ουσιαστικό δεσποτισμό στη διαδικασία της εργασίας που υλοποιείται έως και με στρατιωτικά40 πρότυπα στην καθημερινή ύπαρξη και που, ακόμα χειρότερα, φτάνει να διεκδικείται πολλές φορές ως τέτοια.


IV. Η “ενημερωτική” απαλλοτρίωση της δημοκρατίας (μετατροπή της πολιτικής σε τεχνική)
[...]


Τάσος Αναστασιάδης
εκπρόσωπος εργαζομένων στο Βήμα – ΕΣΗΕΑ
1Έχουμε μια ιδιαίτερη ευθύνη στο μέτρο που η εταιρεία μας ήταν ή ήθελε να είναι και ως ένα σημείο πράγματι είναι “φάρος” στην ενημέρωση, στην ελληνική κοινωνία, το οποίο όμως σημαίνει πως μπορεί να καθοδηγήσει τις εξελίξεις τόσο προς το καλό όσο και προς το κακό! Κατά τάλλα, είναι προφανές ότι οι εξελίξεις είναι γενικότερες και, στα δημόσια μέσα, αντίστοιχοι προβληματισμοί δημοσιεύονται (βλέπε για παράδειγμα ορισμένες αναγραφές στο blog των εργαζομένων του ΑΠΕ). Όμως, και στον ιδιωτικό τομέα ανάλογοι προβληματισμοί εκφράζονται -αλλά υπογείως, καθώς η απειλή του εργοδότη επικρέμεται...
2Το οποίο, προφανώς, δεν προϋποθέτει αναγκαστικά συμφωνία, ούτε καν πλειοψηφική. Απλώς συνεπάγεται τη διατύπωση πλαισίου συνειδητοποίησης των συντεταγμένων του προβλήματος, για περισσότερο διάλογο, ως αντίδοτο στον εκχυδαϊσμό και στο δεσποτισμό.
3Βλέπε υπομνήματα, στις 3/8/2010 (Υπόμνημα θεμάτων με αφορμή την περικοπή μισθών εντός του Ιουλίου -και σε .pdf) και στις 18/8/2011 (Υπόμνημα προς ΔΟΛ: προτάσεις για την αντιμετώπιση της κρίσης -και σε .pdf). Αν στο πρώτο, το ζήτημα της “ποιότητας της δημοσιογραφικής εργασίας” ετίθετο απλώς ως πρόβλημα για λύση (βλέπε τελευταίο σημείο), στο δεύτερο υπόμνημα παρουσιάστηκε κυρίως μια ολόκληρη μεθοδολογία για να αντιμετωπιστεί (και μόνο οι τίτλοι των θεμάτων το υπονοεί: “1) Επαναφορά ομαλών συνθηκών στη διαδικασία της εργασίας, 2) Επιστροφή στην είδηση, και 3) Για τις βάσης της ενημέρωσης στη 'νέα εποχή'”.
4Είναι άλλωστε ευρέως γνωστό -στους διαδρόμους και από φήμες (!!!) ακριβώς- ότι η εταιρεία ετοιμάζεται να κάνει αναδιαρθρώσεις, αγνώστου τύπου, λογικής, εύρους ή επιπτώσεων, με την επιγραφή “ενοποίηση του ιντερνέτ”. Όπως ακριβώς το είχε κάνει και με το ιντερνέτ του Βήματος: με πολλά “ταραταζούμ” και χωρίς καμία διαβούλευση με τους παραγωγούς (και με τα αποτελέσματα που μπορούμε να δούμε!). Φαίνεται, άλλωστε, ότι πρόσφατα η πρωτοβουλία αυτή, για μια ακόμα φορά, “αναβλήθηκε” ή “ακυρώθηκε”.
5Δηλαδή να μην εξαιρείται ο εκπρόσωπος του Βήματος από τις, εξάλλου καταχρηστικές και ίσως παράνομες, περικοπές μισθού που κάνει αυθαίρετα η εταιρεία στις ημέρες απεργίας (κατακρατώντας πάνω από 1 ημερομίσθιο, 1,2 για την ακρίβεια, για κάθε ημέρα απεργίας). Ας επισημάνω ότι αυτή η “διόρθωση” πήγε πιο μακρυά και από τη διεκδίκηση, αφού στον εκπρόσωπο του Βήματος επέβαλε η εταιρεία περικοπές μισθού και στις στάσεις εργασίας (!), το οποίο ακόμα (?) δεν το έχει επιβάλει στους υπόλοιπους συντάκτες... [Οφείλω να προσθέσω ότι την ώρα που έγραφα το κείμενο, υπήρξε άλλη μία εξαίρεση, καθώς η διεύθυνση δέχτηκε να μην ξεχωρίσει τους συναδέλφους του ίντερνετ από τις ρυθμίσεις για ορισμένες αργίες -28ης Οκτωβρίου ή των Φώτων].
6Βλέπε Διαμαρτυρία σε διεύθυνση Βήματος για παρεμπόδιση πρόσβασης σε πηγές, 21/5/2012. Είναι μάλιστα ενδιαφέρον ότι λίγο αργότερα η συγκεκριμένη λογοκρισία εγκαταλείφθηκε, προφανώς ως ανόητη και αναποτελεσματική: ωστόσο, αυτό έγινε όσο γίνεται πιο “αφανώς”. Για αυτό και το περιστατικό λέει περισσότερα απ'ό,τι μοιάζει σε πρώτη ματιά: το ζουμί δεν ήταν το ίδιο, αλλά η ίδια η διεκδίκηση, από την πλευρά της ιεραρχίας, έναντι των εργαζομένων, της αποκλειστικότητας στον καθορισμό των πηγών τους...
7 Ας αναφέρω απλώς την de facto κατάργηση του διεθνούς οικονομικού ρεπορτάζ -δίνοντας έτσι, π.χ. την εντύπωση ότι το παραμύθι των ηγετών μας είναι πραγματικό, ότι δηλαδή η κρίση είναι ελληνική, ότι οι Έλληνες είναι ένοχοι, κλπ., κλπ. Ή, για να επισημάνω ένα τελείως διαφορετικό, περσινό, παράδειγμα, ότι ο πολλαπλασιασμός από αρθρογράφους “γνωμών” που λένε το ίδιο πράγμα δεν είναι πλούτος, είναι προπαγάνδα χείριστης μορφής: πέρισυ, για παράδειγμα, είχα εξηγήσει πόσο ο βομβαρδισμός με “απόψεις” κατά της -τότε υποτιθέμενης- “ανευθυνότητας” του Α.Σαμαρά είναι -ευγενικά- γελοιότητα (ακόμα και για κομματικά έντυπα!): ούτε ένας “αρθρογράφος” δεν υπήρχε, άραγε, υπέρ των θέσεων της τότε αξιωματικής αντιπολίτευσης; Φέτος, κάτι ανάλογο (εννοώ μόνο ως μεταχείριση από την εφημερίδα) έγινε με τον ΣΥΡΙΖΑ... (Τα δύο αυτά ζητήματα περιέχονται στο περσινό μου υπόμνημα, βλ. “Υπόμνημα...”: υποσημειώσεις 16, 18, 19). Ή ακόμα και τη δημοσίευση παραπλανητικών δελτίων τύπου ιδιωτικών εταιρειών ως ενημέρωση (βλ. Διαμαρτυρία σε διεύθυνση Βήματος για δεοντολογία, 11/10/2010 -το οποίο δελτίο τύπου, σημειώνω, εξακολουθεί να είναι αναρτημένο στο site, λες και δεν συμβαίνει τίποτα!!!).
8Αν και όχι μόνο: περίπου όλοι ξέρουμε ότι μια καμπάνια που οργανώνεται συστηματικά προηγείται μιας πολιτικής που ακολουθεί. Όταν ανακαλύπτονται “μαϊμούδες” συντάξεις, οι περικοπές των συντάξεων έρχονται, το ίδιο και με τα αναπηρικά επιδόματα όταν ανακαλύπτονται μαζικά “τυφλοί”, τα “σκάνδαλα” στις δαπάνες ενός πανεπιστημίου είναι ο δείκτης για περικοπές στη χρηματοδότησή του, τα “φακελάκια” των γιατρών η αναγγελία περικοπών στην υγεία, οι “πολλοί” δημόσιοι υπάλληλοι (ας θυμηθούμε το 1,5 εκατομμύριο!) η ετοιμασία για τις απολύσεις τους, το ίδιο και η ανακάλυψη “προνομίων” σε κάποια συγκεκριμένη κατηγορία (καθώς όλοι είμαστε “προνομιούχοι” έναντι κάποιου άλλου -οι μισθωτοί έναντι των ελαστικά εργαζόμενων, αυτοί έναντι των ανέργων, οι τελευταίοι έναντι των αστέγων και αυτοί με τη σειρά τους έναντι των νεκρών, δηλαδή πάντα υπάρχει και το χειρότερο!), κ.ο.κ., τα παραδείγματα είναι πολλά, με τους ταξιτζήδες, τους φαρμακοποιούς, του συνδικαλιστές, τους μετανάστες, τους φοιτητές, τους υπαλλήλους, κλπ., κλπ. Το πρόβλημα για εμάς είναι ότι εμείς ακριβώς, ως media, είναι που αναλαμβάνουμε να διεξάγουμε την καμπάνια κάθε φορά...
9Νεογλωσσικές τάσεις πάντα είχε εξορισμού η εξουσία -πολιτική και οικονομική- και το δικά μας έργο -ως δημοσιογράφων- ήταν η ανατροπή τους. Ωστόσο, τώρα που έχει πάρει μνημειώδεις διαστάσεις, κάπως όπως τις είχε περιγράψει ο Όρουελ, εμείς τις αναπαράγουμε, όχι μόνο χωρίς κρίση, αλλά συχνά ούτε κάν ερωτηματικά.
10Αν από πάντα αυτός ήταν πρόβλημα, με το ιντερνέτ έχει πάρει τερατώδεις διαστάσεις: το “εφήμερο” μάλιστα δεν εξαντλεί τη διάρκεια, που πλέον δεν παραπέμπει κάν σε ημέρα, αλλά σε λεπτά ή και δευτερόλεπτα, ενώ ο εντυπωσιασμός, ξεφεύγοντας και από τον τίτλο, επικεντρώνεται σε φωτογραφιούλες, σε διαρκή μεταβολή του κόσμου (της ιστοσελίδας), για να παρασταθεί ότι “κάτι συμβαίνει” και να παγιδευτεί ο αναγνώστης σε ένα “κλικ”! Και, αντί να αναζητούμε το ουσιώδες, το σταθερό, το βασικό, το επίμαχο, επιζητούμε -αντίθετα- το ανούσιο, το εντυπωσιακό, το μεταβαλλόμενο, το ανεξέλεγκτο -άλλωστε μετά από λίγα λεπτά ή δευτερόλεπτα, η “είδηση” μπορεί πάντα να διορθωθεί, να μεταβληθεί, να εξαφανιστεί -σαν να μην είχε καμία σημασία ήδη από την αρχή της...
11Το “γεγονός”, “ακατέργαστο”, είναι πάντα ήδη κατεργασμένο από την επιβεβλημένη προφάνεια: το βρίσκει κανείς “επί τόπου” (σε μια “περίσταση” με δομή, όπως ένα γήπεδο όπου έχει “επιλέξει” να πάει), διά “μεταβίβασης” (από μια πηγή που έχει χρησιμοποιήσει -ή τον έχει χρησιμοποιήσει!) ή από ένα πρακτορείο ειδήσεων (του οποίου επίσης η επιλογή -και οι επιλογές!- στο ίδιο δίχτυ κατεργασιών εντάσσεται). Και μόνο η αποφυγή διευκρίνισης αυτών των όρων μετατρέπει την κατασκευή του γεγονότος σε ενημερωτική χυδαιότητα. Κάτι σαν να αναπαράγει κανείς εσαεί ότι “ο ήλιος γυρίζει γύρω από τη γη” και να καμώνεται ότι αυτό αποτελεί “είδηση” και δη αληθινή...
12Είναι η περίπτωση άκριτης αναπαραγωγής του λόγου της εξουσίας ως ενημέρωση, από τις “οδηγίες” σε περιπτώσεις σεισμών και καταποντισμών ώς τις “δηλώσεις” στην εφορία και τις “αποδείξεις” κατά της “φοροδιαφυγής”, όπως είναι και η περίπτωση ταύτισης, έως και γραμματικής, με τις συντεταγμένες της εξουσίας, συχνά μιας “εθνικής δημοσιογραφίας” (άλλη μια αντίφαση στους ίδιους τους όρους), ή όπως είναι η απροβλημάτιστη σάλτσα (“ηθική”) με την οποία κρίνεται ως αναγκαίο να συνοδευτεί μια είδηση (οι τηλεοπτικοί το έχουν μετατρέψει σε ρουτίνα, καθώς ο “παρουσιαστής”, συστηματικά ίσως, θεωρεί καθήκον του να κλείσει την παρουσίαση της είδησης με την “ηθική” του επικύρωση της χυδαιότητας -πριν περάσει στο επόμενο θέμα).
13Μια μικρή κωδικοποίηση για την Ελλάδα μπορεί να βρει κανείς στον κώδικα δεοντολογίας του σωματείου μας, καθώς και στη διεθνή διακήρυξη του Μονάχου, στην ιστοσελίδα του εκπροσώπου με τα “βασικά κείμενα”.
14Στη δουλειά μας αναγκαστικά ενυπάρχουν τέτοιες διαστάσεις (τα ανοικτά φαρμακεία, τα σινεμά, το τηλεοπτικό πρόγραμμα, χρονογραφήματα, σκίτσα, γελοιογραφίες, κλπ.). Δεν θέλω εδώ να τις πραγματευτώ -γιατί επικεντρώνομαι στην είδηση. Ας έχουμε απλώς υπόψη ότι ορισμένες από αυτές τις διαστάσεις μπορεί να υπεισέρχονται καταχρηστικά στην είδηση και να την σκοτώνουν: χωρίς να φτάσω στο χρηματιστήριο (που θέλει μια επεξήγηση), ειδήσεις για απεργίες που αδιαφορούν για το περιεχόμενό τους και ασχολούνται μόνο για τις επιπτώσεις στην κυκλοφορία των αυτοκινήτων, των σκουπιδιών, κλπ., στο όνομα της “χρηστικότητας” ασφαλώς σκοτώνουν την είδηση και μπορεί να φτάνουν και στην χυδαία προπαγάνδα όταν κινητοποιούν τη “χρηστικότητα” για να εκχυδαΐσουν την κοινωνική σύγκρουση (βλ. για παράδειγμα τις διάφορες καμπάνιες όπως κατά των φαρμακοποιών ή κατά των εργαζομένων στις συγκοινωνίες πρόσφατα).
15Ένα παράδειγμα, από αυτά που έχουμε θέσει [π.χ. στο περσινό υπόμνημα -”επιστροφή στην είδηση”, σημείο 2, β και υποσημείωση 15] και που αρνιέται να αντιμετωπίσει η εταιρεία, είναι η διόρθωση στο ιντερνέτ, όπου μια διαδικασία οργανωμένη έτσι ώστε να παράγει αναγκαστικά “λάθη” χρεώνεται στους εργαζόμενους (που θα “ήταν άσχετοι”, “ανορθόγραφοι”, κλπ., όπως θέλει να το παρουσιάζει η εταιρεία, ή που “δεν κάνουν καλά τη δουλειά τους”, όπως έχει βάλει την ιεραρχία της να διατυμπανίζει στο webdesk του Βήματος), δημιουργώντας τις ευκαιρίες και κανιβαλισμού και μελλοντικών απολύσεων.
16Η βίαιη απόσπασή μου στο τεχνικό προσωπικό του site μπορεί από την αρχή να ήταν μια βλαπτική μεταβολή για να τιμωρηθεί και να απομονωθεί ο εκπρόσωπος -και να δειχθεί σε όλους ότι όποιος πει “όχι” σε διαταγή του εργοδότη καταστρέφει το μέλλον του-, αλλά μου έδωσε την ευκαιρία να μελετήσω “εκ των έσω” πολλές από αυτές τις διαδικασίες εκχυδαϊσμού της ενημέρωσης και της αντίστοιχης διαδικασίας της εργασίας που τις επιτρέπουν. Τα παραδείγματα και οι παρατηρήσεις που εμπεριέχονται στο παρόν κείμενο πηγάζουν κατά πολύ από την εμπειρία αυτή και από σχετικές συζητήσεις που προκάλεσαν με συναδέλφους -τους οποίους και ευχαριστώ για αυτό, έστω και αν δεν έγιναν με αυτό το σκοπό. Εννοείται ότι την ευθύνη της συμπύκνωσης και της διατύπωσής τους την έχω αποκλειστικά εγώ.
17Όπως παρατηρήσεις του στυλ “είσαι μισή ώρα εδώ και δεν έχει δώσει ακόμα καμία είδηση” (!!!) -από την εμπειρία του webdesk του Βήματος. Το οποίο -προφανώς- λειτουργεί και αντίστροφα: επειδή “είμαι σε υπηρεσία”, να κατασκευάσω (ή να “ανεβάσω”) μια “είδηση”, για να φανεί ότι δουλεύω! Και κανένας δεν φαίνεται να ενδιαφέρεται ότι αυτό οδηγεί αναγκαστικά στη γελοιότητα, πάλι εκ της εμπειρίας στο webdesk του Βήματος, π.χ. φυσικές καταστροφές -όπως σεισμοί- να εμφανίζονται ως είδηση (και άλλοι όχι) όχι επειδή θα αξιολογούνταν για κάποιο λόγο (ένταση, καταστρεπτικότητα, απόσταση) ως πιο σημαντικοί, αλλά απλώς επειδή έτυχε να συμβούν σε στιγμή όπου υπάρχει κάποιος “διαθέσιμος” για να τους “ανεβάσει” (και με την προϋπόθεση ότι έρθει η πληροφορία από το ΑΠΕ)!.
18Για παράδειγμα, τα πολλά και ποικίλα, σε διάφορες γλώσσες, πρακτορεία ειδήσεων τείνουν πλέον να συρρικνωθούν σε δυο ή τρία πρακτορεία και μάλιστα ιδιωτικά, αμερικάνικα, αγγλόφωνα (ένα πρακτορείο όπως το γαλλικό AFP -που δεν είναι ακόμα ιδιωτικό!- υποχρησιμοποιείται ενώ άλλα έχουν καταργηθεί -όπως το ρωσικό TASS). Στην ίδια συγκεντροποίηση επιλογών καταλήγει και η κατάργηση των “ανταποκριτών”, αλλά και η “αργή” διάλυση του ΑΠΕ... Έτσι, για παράδειγμα, η μαύρη Αφρική, αλλά και η Λατινική Αμερική, περίπου δεν υπάρχουν στο διεθνές, εκτός από φολκλορικά ή περίεργα...
19Και δεν μιλάμε ακόμα για πραγματική παραγωγή, που θα ήταν μια συνέντευξη, μια ερώτηση, μια “διαρροή”, μια διασταύρωση, η συμμετοχή σε μια καλλιτεχνική παράσταση, κλπ.
20Δεν πρόκειται για ποσοτικό ζήτημα. Άλλωστε θεωρητικά θα μπορούσε ο εργοδότης να πολλαπλασιάσει τους υπαλλήλους “αλιευτές ειδήσεων” όσο θέλει. Ωστόσο, το ζήτημα είναι ακριβώς το αντίστροφο: ότι δηλαδή “ενημέρωση” σημαίνει να μειωθεί ο αριθμός των “ειδήσεων” όσο γίνεται περισσότερο ώστε να κατασκευαστεί ένας κόσμος που αξίζει, που ανταποκρίνεται, όχι αριθμητικά, αλλά “σημαντικά”, “ουσιαστικά”, “ιεραρχημένα”, “δομημένα” στην πραγματικότητα.
21Κατά το κλασικό θεώρημα του W.W.Thomas.
22Από την άποψη δηλαδή τελικά της ενημέρωσης -όχι δηλαδή από την άποψη μιας κοινωνιολογικής ή και ηθικής καταγραφής.
23Δηλαδή εκ των προτέρων και αναγκαστικά -έστω και ως απλό ερώτημα.
24Ολοκληρωμένα, όπως στο webdesk του Βήματος, αυτό παίρνει τη μορφή copy & paste. Πέρα των ηθικών ή δεοντολογικών πλευρών, το ζήτημα είναι ότι η “είδηση”, έτσι, έχει ήδη σκοτωθεί, γιατί μένει μόνο το περίβλημα της χυδαιότητάς της.
25Οι δύο αυτές, φαινομενικά αντιθετικές, είναι όψεις του ίδιου νομίσματος. Με “αυτοαναφορικότητα” εννοώ την απάντηση στο ερώτημα μήπως “χάσαμε την είδηση”, με κριτήριο, όχι τί γίνεται στον κόσμο, αλλά τί γράφουν/λένε οι “άλλοι” -δηλαδή “εμείς”. Ο “εντυπωσιασμός” αναφέρεται στη “διαφοροποίηση” με βάση, όχι την είδηση, αλλά κάποιο ντύμα της, συνήθως τίτλος και, στο ιντερνέτ, όλο και περισσότερο μια φωτογραφιούλα. Από την εμπειρία στο webdesk του Βήματος, η τελευταία μπορεί να είναι (συνήθως είναι) άσχετη, φιλοδοξεί όμως να τραβήξει κλικ. Και, ακόμα χειρότερα, γιατί είναι παραπλανητική: η άρνηση να συνοδεύεται από τα credits δεν είναι μόνο χτύπημα στα δικαιώματα των φωτογράφων, είναι και παραποίηση του κόσμου, στο μέτρο που η περιγραφή της δεν απαντάει με ειλικρίνεια (τουλάχιστον συνήθως) στο ερώτημα “τί, ποιός, πού, πότε, γιατί” της φωτογραφίας!
26Έτσι, για παράδειγμα (από την εμπειρία μας στο ιντερνέτ), στην ακραία του μορφή, μπορούμε να σκοτώσουμε οποιονδήποτε Καμπανέλλη δυο-τρεις φορές και “να μη γίνει και τίποτα” (όσους παραπλανήσαμε είναι ένα τίποτα!).
27“Ερευνητικά” εννοείται η αναζήτηση της αλήθειας μιας πληροφορίας, ενώ “κριτικά” εννοείται η αξιολόγηση της φιλοδοξίας της να μετατραπεί σε “είδηση” ακόμα και αν ήταν αληθινή, ενώ σε κάθε περίπτωση η πηγή της πληροφορίας αναγκαστικά συμμετέχει στον κόσμο μας και εξορισμού προσφέρει τη δική της εκδοχή για αυτό -που σημαίνει ότι είναι ελέγξιμη και όχι a priori “αντικειμενική”.
28Τουλάχιστον με βάση την εμπειρία της τρέχουσας παραγωγής στο webdesk του Βήματος.
29Σε ορισμένες περιπτώσεις μάλιστα είναι τόσο χοντροκομμένο ένα τέτοιο νόημα που κανέναν δεν ξεγελάει. Ένα παράδειγμα μας δίνουν τα σχόλια της “είδησης” ότι ο κεντρικός τραπεζίτης “μείωσε τις αποδοχές” του κατά 30% ή 50% -χωρίς να αναφέρεται το ποσό!: βλ. http://www.tovima.gr/finance/article/?aid=475480. Η δική μας δουλειά δεν είναι η αναπαραγωγή μιας τέτοιας πληροφορίας (ακόμα και αληθινής και διασταυρωμένης), αλλά η ένταξή της στο πραγματικό πλαίσιο (δηλαδή τουλάχιστον η αναφορά του απόλυτου ποσού, αν όχι και η κρίση της ίδια της ανακοίνωσή της).
30Τα τελευταία χρόνια του μνημονίου αποτελούν πρότυπο αυτής της διαδικασίας, με την εισαγωγή μιας ορουελικής νεογλωσσίας χωρίς καμία κρίση. Ήδη από το αρχικό “χρωστάμε” και να γλιτώσουμε τη “χρεοκοπία”, δεν είναι μόνο η γραμματική ταύτιση με μια εθνική κοινότητα (που προφανώς δεν αποτελεί “δημοσιογραφία”). Είναι η υιοθέτηση ιδεολογικών κατηγοριών (“δημόσιο χρέος”, “χρεοκοπία”, “σώσιμο”, “ανταγωνιστικότητα”, κλπ.) χωρίς καμία πλαισίωση -εκτός χυδαιότητας.
31Συχνά άλλωστε, για να αναφερθώ στο δικό μου ρεπορτάζ, όσο είχαμε εισροές από πάνω από ένα πρακτορείο, είχαμε αυτού του είδους τις καταστάσεις όπου το τηλεγράφημα του ενός είχε για τίτλο "εκτινάχθηκε η κερδοφορία" και του άλλου ότι "κατέρρευσε" -για τα ίδια στοιχεία! Που σημαίνει, ακριβώς, ότι ένας αριθμός, μια δήλωση, ή ένα στοιχείο δεν αποτελούν από μόνα τους “είδηση”. Μόνο το πλαίσιο στο οποίο εντάσσονται και το οποίο εμείς πρέπει να διευκρινίσουμε είναι που τα μετατρέπει σε πραγματικές ειδήσεις. Αφαιρώντας τη δυνατότητα μιας τέτοιας διευκρίνισης, το πλαίσιο που εφαρμόζεται είναι η περιρρέουσα χυδαιότητα ή το πλαίσιο που έχει φροντίσει η εταιρεία ή ο αντίστοιχος οργανισμός να δώσει με το “δελτίο τύπου” του...
32Τα newsroom, όπως του Βήματος, που συνήθως είναι συγκεντρώσεις προλεταρίων ειδικευμένων στη συσκευασία και στην αναμετάδοση έτοιμων κατασκευών, έχουν εγκαταλείψει περίπου όλα τα στοιχεία που συγκροτούν την ενημέρωση (διασταύρωση, έλεγχο, πλαισίωση, ακόμα και οργάνωση και επιλογή -πέραν των λειτουργικά αναγκαίων) και αφιερώνονται σε μια σειριακή κατασκευή (ή “ροή ειδήσεων”). Στις πιο επαγγελματικές (όπως π.χ. στο in.gr) υπάρχει μια προσπάθεια μπαλώματος των σειριακών αδυναμιών μέσα από σχετικές ειδικεύσεις ή και συλλογικές συζητήσεις. Στο webdesk του Βήματος, ωστόσο, δεν υπάρχουν καν τέτοια στοιχεία. Και μοιάζει κανέναν να μην ενδιαφέρει ακόμα και η γελοιότητα στην οποία συχνά καταλήγει. Ένα παράδειγμα: αν πιστέψουμε το ιντερνετικό Βήμα, από πέρισυ το Σεπτέμβρη (12/9/2011) η Ευρώπη ζει στον εφιάλτη της πυρηνικής καταστροφής, καθώς εξερράγη το “πυρηνικό εργοστάσιο της Μαρκούλ, στη νότια Γαλλία” “δημιουργώντας κίνδυνο διαρροής ραδιενέργειας” -ο αναγνώστης ποτέ δεν έμαθε ότι έληξε ο συναγερμός (και αφήνω στην άκρη το γεγονός ότι πρόκειται για 2 ειδήσεις, με διαφορά δύο ωρών που λένε το ίδιο πράγμα -αλλά χωρίς συνέχεια)!
33Πολλοί συνάδελφοι, μάλιστα, έχουν την εντύπωση πως δουλεύουν για το τίποτα: μπορεί μια δουλειά (ένα ρεπορτάζ ή μια ανάλυση) να εξαφανίζεται πριν καλά-καλά παραχθεί και να εξισώνεται με οποιαδήποτε άλλη ανούσια “πληροφορία”. Εργασιακά μάλιστα είναι “καλύτερο” (και ορισμένοι συνάδελφοι αναγκάζονται να το κάνουν) να δώσει κανείς το ίδιο ρεπορτάζ κομμένο σε φέτες, σαν να ήταν πολλές “ειδήσεις”! Από την άποψη της “οργάνωσης” του κόσμου που προσφέρουμε, έτσι, καταλήγει η όλη διαδικασία να βρίσκεται στον αντίποδα αυτού που έπρεπε να κάνουμε ως δημοσιογράφοι. Αντί να συγκεντροποιούμε έναν χαοτικό κόσμο πληροφοριών σε μια ενιαία κατασκευή με νόημα, διαλύουμε έτσι ακόμα και τα στοιχεία νοήματος που μας δίνονται έτοιμα, για να παραστήσουμε ότι απλώνουμε “παντού” τα πλοκάμια μας -ενώ στην πραγματικότητα σκοτώνουμε την είδηση.
34Στο υπόμνημα που είχαμε υποβάλει στην εφημερίδα πριν από δύο χρόνια (βλ.σημείωση 26), αντιμετωπίσαμε αυτή τη γαργαντούικη διεκδίκηση αποδιοργάνωσης του κόσμου των ειδήσεων ως αποτέλεσμα μιας διευθυντικής ανεπάρκειας στην είσοδο στο σύγχρονο κόσμο του ιντερνέτ. Έτσι είχαμε τότε επιχειρηματολογήσει “επιχειρηματικά” (με βάση την Google), ενώ είχαμε επίσης παραπέμψει προφορικά (προς διευθυντικά στελέχη που, πάντως, δεν μας το ζητούσαν!) σε ένα παγκόσμιο μεγαθήριο (όπως το βρετανικό BBC) για να δείξουμε την αντίθετη κατεύθυνση από τον αχταρμά των ιστοσελίδων του Βήματος. Προφανώς είχαμε άδικο: οι επιλογές αυτές δεν έγιναν από λάθος, αλλά με μια συνοχή όχι μόνο ενημερωτικής, αλλά και εργασιακής αποδιοργάνωσης (βλ. πιο κάτω).
35Η αντιγραφή γίνεται κατά κανόνα από το ΑΠΕ και το in.gr (και πολύ πιο σπάνια από άλλες πηγές -εκτός από τους αριθμούς του χρηματιστηρίου, που “κλέβονται” από τη Ναυτεμπορική, αν και εδώ δεν είναι κλοπή, αφού οι αριθμοί αυτοί είναι αναρτημένοι παντού). Αλλά, καθώς το δεύτερο λειτουργεί με τους ίδιους πόρους που έχει το Βήμα, συχνά η αντιγραφή από το in.gr μπορεί να καταλήξει να έχει όχι μόνο τα ίδια λόγια, αλλά και την ίδια φωτογραφία: σε αυτή την περίπτωση, ο “κανόνας” λέει ότι πρέπει να αλλάξει η φωτογραφία, για να “μη φαίνεται” ότι είναι κλεμμένο από το in.gr!!! Προς την ίδια κατεύθυνση λειτουργεί και η άρνηση ή απαγόρευση να αναφερθεί η πηγή της κλοπής (ΑΠΕ ή in.gr), όπως άλλωστε συμβαίνει και με τις φωτογραφίες (στις οποίες καταργήθηκε η υποχρέωση για credits και για περιγραφή). Το χειρότερο, σε όλα αυτά, είναι η εισαγωγή μιας θεωρητικοποίησης του γενικευμένου “ωχαδερφισμού” ή, και ακόμα πιο πέρα, η αντίληψη ότι η πηγή δεν χρειάζεται να αναφερθεί, μια που έχει “πληρωθεί”, δηλαδή ότι η είδηση δεν είναι δημοσιογραφικό προϊόν, αλλά απλό αντικείμενο ενός περιουσιακού καπιταλισμού ιδιοποίησης...
36Το webdesk του Βήματος έχει φτάσει σε απίθανα επίπεδα γελοιότητας ακόμα και την ιεραρχική δομή: πέραν του εκδότη και του διευθυντή, υπάρχει ο τυπικός αλλά και ο άτυπος επικεφαλής του webdesk, υπάρχει ακόμα ο επικεφαλής της βάρδιας, ο απλός συντάκτης με δικαιώματα αναπλήρωσης του επικεφαλής της βάρδιας, υπάρχει ο απλός συντάκτης χωρίς τέτοια δικαιώματα και, τέλος, υπάρχει και ο απλός συντάκτης (ή υποτιθέμενα μαθητευόμενος) που απλώς δεν έχει δικαίωμα δημοσίευσης! Όλη αυτή η “ιεραρχία” συχνά για μια βάρδια όπου δουλεύουν απλώς δυο ή τρεις (ή και ένας!) άνθρωποι (και κάνουν πάνω-κάτω το ίδιο πράγμα)!!!
37Η μεγαλύτερη γελοιότητα στην οργάνωση της παραγωγής είναι ότι ο ειδικευμένος συντάκτης “αναφέρεται” (με τη στρατιωτική έννοια) στον, συνήθως πραγματικά, αλλά έστω και κατά τεκμήριο, ανειδίκευτο της ιεραρχίας για τα θέματά του (στο διεθνές μάλιστα, και δη στο οικονομικό, αυτό γίνεται ξεδιάντροπα ακόμα και τυπικά)!
38Κατά κανόνα δεν επιτρέπεται από την “ιεραρχία” τέτοια “παρέμβαση” -ούτε καν στην “επιλογή” (χαρακτηρίζοντας, από την εμπειρία μου, “ψευτοείδηση” ως ανοησία, μου αντιτάχθηκε ότι “δεν ξέρεις, μπορεί να φέρει κανένα κλικ και, άρα, να το κάνεις”!!!).
39Συνήθως δεν φτάνουν σε αυτό το επίπεδο...
40Δεν μπορώ να μην αναφερθώ στο κόστος που υφίστανται εργαζόμενοι, σε ψυχική αλλά ακόμα και σωματική υγεία, από πρακτικές εξευτελισμού που μπορεί να πηγάζουν από προσωπικές ανασφάλειες της κρίσης, όμως χρησιμοποιούνται ως σύστημα στη διαχείριση της εργασίας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου